Η Εξάπλωση της Μικροβιακής Αντοχής και η Ανάγκη Πολυδιάστατης Προσέγγισης
Η μικροβιακή αντοχή (AMR) συνεχίζει να αποτελεί σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία, παρά τη μείωση των συνταγογραφούμενων αντιβιοτικών φαρμάκων. Μια πρόσφατη μελέτη, που διεξήχθη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μπαθ και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Journal of Global Antimicrobial Resistance», ανέδειξε την επιτακτική ανάγκη για ποικιλία σε στρατηγικές που θα αντιμετωπίσουν αυτήν την αυξανόμενη απειλή.
Η μικροβιακή αντοχή συμβαίνει όταν τα βακτήρια εξελίσσονται με τον χρόνο, καταφέρνοντας να αποφύγουν τη θεραπεία με αντιβιοτικά. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) την έχει χαρακτηρίσει ως έναν από τους κύριους δολοφόνους παγκοσμίως, προκαλώντας περισσότερους από πέντε εκατομμύρια θανάτους ετησίως. Η ανάπτυξή της σχετίζεται με διάφορους παράγοντες, όπως η υπερβολική ή λανθασμένη χρήση αντιβιοτικών για τη θεραπεία και την πρόληψη βακτηριακών λοιμώξεων, καθώς και η χρήση τους σε ζώα εκτροφής για την αύξηση της παραγωγής κρέατος.
Μια αξιοσημείωτη πηγή αντοχής είναι η γονιδιακή ανταλλαγή μεταξύ ανθεκτικών μικροβίων που βρίσκονται στο περιβάλλον. Η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε μελέτες για την παρακολούθηση της χρήσης αντιβιοτικών και της παρουσίας γονιδίων που σχετίζονται με την AMR, μέσω ανάλυσης λυμάτων από τέσσερις μονάδες επεξεργασίας στη νοτιοδυτική Αγγλία. Τα δεδομένα που συνέλεξαν κατά τη διάρκεια των δύο ετών της πανδημίας COVID-19 εξετάζουν την εξέλιξη της αντοχής σε συνάρτηση με τις συνταγογραφήσεις αντιβιοτικών, γεγονός που υποδεικνύει ένα κρίσιμο σημείο στην κατανόηση του φαινομένου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, παρόλο που υπήρξε μείωση στη συνταγογράφηση αντιβιοτικών από το 2017 έως το 2019 και παρατηρήθηκαν χαμηλότερες ποσότητες αντιβιοτικών στα λύματα, δεν καταγράφηκε αντίστοιχη μείωση στα επίπεδα των γονιδίων AMR στο περιβάλλον. Κατά τη διάρκεια των lockdown του 2020, παρατηρήθηκε μια σημαντική μείωση τόσο στη χρήση αντιβιοτικών όσο και στην παρουσία γονιδίων AMR, που απέδωσε τη μείωση στην περιορισμένη εξάπλωση ανθεκτικών βακτηρίων. Ωστόσο, μετά την άρση των περιορισμών και την επιστροφή σε κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, παρατηρήθηκε αύξηση τόσο στη χρήση των αντιβιοτικών όσο και στα γονίδια AMR.
Τα αποτελέσματα της μελέτης υπογραμμίζουν την ανάγκη για μια ολιστική προσέγγιση στην καταπολέμηση της AMR. Μέχρι τώρα, οι παγκόσμιες στρατηγικές επικεντρώνονταν κυρίως στη μείωση της κατανάλωσης αντιβιοτικών. Ωστόσο, οι ερευνητές τονίζουν ότι αυτό δεν είναι επαρκές. Μόλις τα γονίδια αντοχής εισέλθουν στο περιβάλλον, μπορούν να διαδοθούν μεταξύ των βακτηρίων, αυξάνοντας τον αριθμό των ανθεκτικών παθογόνων.
Συνεπώς, προτείνεται οι κυβερνήσεις και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να υιοθετήσουν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, εξετάζοντας όχι μόνο την χρήση αντιβιοτικών στους ανθρώπους αλλά και στους τομείς της κτηνοτροφίας, καθώς και τις περιβαλλοντικές συνέπειες. Η συνεργασία μεταξύ των τομέων υγειονομικής περίθαλψης, γεωργίας και περιβάλλοντος είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική καταπολέμηση της μικροβιακής αντοχής.