Η Θέση του Σταύρου Κοντονή για την Πολιτική και την Ποινική Δικαιοσύνη
Ο πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης και Αθλητισμού, Σταύρος Κοντονής, σε δηλώσεις του στο Πρώτο Πρόγραμμα και στον Θάνο Σιαφάκα, τόνισε τη σημασία της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης σε σχέση με τις προανακριτικές διαδικασίες της Βουλής. Ειδικότερα, υπογράμμισε ότι «η Βουλή δεν πρέπει να εμπλέκεται» στις διαδικασίες αυτές και πως «η υπόθεση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στις Τέμπες πρέπει να αφεθεί αποκλειστικά στη Δικαιοσύνη».
Ο κ. Κοντονής τόνισε ότι ο ρόλος της Βουλής είναι περιορισμένος και «επουσιώδης» στην κατεύθυνση της διαλεύκανσης κρίσιμων υποθέσεων. Ανέφερε ότι η προτίμηση των κυβερνήσεων έχει υπάρξει σταθερά να αφήνουν τέτοια θέματα στη Δικαιοσύνη, «χωρίς κοινοβουλευτική διαμεσολάβηση», αναφέροντας παραδείγματα όπως η υπόθεση Novartis επί ΣΥΡΙΖΑ και η τρέχουσα κυβέρνηση με την υπόθεση Τριαντόπουλου.
Η δήλωση του πρώην υπουργού ότι «η Βουλή εκτελεί καθήκοντα αστυνομικού υπαλλήλου όταν κάνει προανακριτική» θέτει σε προτεραιότητα μοναδικά τον ρόλο των δικαστών. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι δικαστές είναι αυτοί που θα προσδιορίσουν τελικά τη νομική κατάσταση στις συγκεκριμένες πράξεις και κατηγορίες.
Αναφερόμενος στην προτεινόμενη σύσταση προανακριτικής επιτροπής και τις κατηγορίες περί εσχάτης προδοσίας, ο κ. Κοντονής μίλησε για «άνευ προηγουμένου πολιτικό ανταγωνισμό» και «παρόλες» που επιστρέφουν σε πιο σκοτεινές εποχές της ελληνικής πολιτικής ιστορίας. Παρατήρησε ότι η πολιτική σκηνή έχει φτάσει σε ένα σημείο όπου κυριαρχεί η αναζήτηση εντυπώσεων και «ποιος θα πει τη μεγαλύτερη κουβέντα».
Ο πρώην υπουργός εξέφρασε τη δυσφορία του για την «ετερόκλητη συμμαχία ακροδεξιών, θρησκόληπτων και λαϊκιστών», η οποία έχει υπογράψει τη συγκεκριμένη πρόταση. Σημείωσε ότι μια τέτοια σύμπλευση δεν προάγει τη Δημοκρατία ή την προοδευτική αντιπολίτευση. Ανέφερε επίσης ότι τέτοιες δυνάμεις προσπαθούν να «κατασυκοφαντήσουν τον κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία» και ουσιαστικά «βάζουν βόμβα στα θεμέλια της Δημοκρατίας».
Ο κ. Κοντονής χαρακτήρισε τα φαινόμενα αυτά ως «ακραίο λαϊκισμό» που προκαλεί βραχυπρόθεσες επιτυχίες εκμεταλλευόμενος το θυμικό των πολιτών, προσθέτοντας ότι η σοβαρή αντιπολίτευση πρέπει να εστιάζει στα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και όχι σε εύκολες εντυπωσιακές κινήσεις.
Όσον αφορά την υπόθεση Τριαντόπουλου, επισήμανε ότι είναι συμβατή με το Σύνταγμα, εφόσον οι εμπλεκόμενοι αποδέχονται να παραπεμφθούν απευθείας στο φυσικό δικαστή. Στο πλαίσιο της αθλητικής επικαιρότητας, κατήγγειλε τη κυβέρνηση ότι «δεν είναι δουλειά της να λειτουργεί πυροσβεστικά», αλλά να εφαρμόζει τους νόμους και να επιλύει τα προβλήματα που προκύπτουν από τους αγώνες μπάσκετ χωρίς εξαιρέσεις.
Σχολιάζοντας την επικαιρότητα και την γενικότερη πολιτική κατάσταση, παραδέχθηκε ότι υπάρχει «πολιτική ανισορροπία» που προέρχεται από την παρατεταμένη οικονομική και κοινωνική κρίση. Υπογράμμισε ότι η αντιπολίτευση θα πρέπει να δώσει προσοχή σε ουσιαστικά ζητήματα όπως ο πληθωρισμός, η ανεργία και η ακρίβεια και να αποφεύγει τις εντυπωσιαστικές κινήσεις που δεν προσφέρουν ουσία.
Κατέληξε λέγοντας: «Εάν παραβιάζεται ο νόμος, η κοινωνική συμφωνία καταρρέει και βλέπουμε εκφυλιστικά φαινόμενα», με αυτή τη δήλωση να καταδεικνύει τη σημασία της τήρησης των νόμων για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.