Πόνοι στομάχου, δυσκοιλιότητα, διάρροια, εμετός και πρήξιμο είναι μερικά από τα συμπτώματα που αναφέρουν συχνά ασθενείς που πάσχουν από μακροχρόνια COVID.
Πόνοι στομάχου, δυσκοιλιότητα, διάρροια, εμετός και πρήξιμο είναι μερικά από τα συμπτώματα που αναφέρουν συχνά ασθενείς που πάσχουν από long COVID. Νέα μεγάλη μελέτη αποκαλύπτει ότι ασθενείς με COVID-19 έχουν σημαντικά αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν γαστρεντερικά προβλήματα έναν χρόνο αφότου νοσήσουν από ό,τι όσοι δεν έχουν μολυνθεί από τον κορωνοϊό.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε χθες στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Communications, συνέκρινε τους ιατρικούς φακέλους 154.068 ασθενών COVID με εκείνους 5,6 εκατ. πολιτών, οι οποίοι δεν είχαν προσβληθεί από τον ιό. Οι ασθενείς που είχαν περάσει COVID εμφάνιζαν 36% μεγαλύτερες πιθανότητες να αναφέρουν μακροχρόνια γαστρεντερικά προβλήματα μετά την ανάρρωσή τους, με πολλούς από αυτούς να αντιμετωπίζουν πεπτικά, εντερικά, παγκρεατικά ή ηπατικά θέματα.
Η πιο συνηθισμένη διάγνωση για τους ασθενείς αυτούς αφορά διαταραχές της πέψης, όπως υπερβολική παραγωγή οξέων. «Η δυσλειτουργία προκαλεί μεγάλη ανισορροπία στην παραγωγή οξέως», λέει ο επικεφαλής της μελέτης, δρ Ζιαντ αλ Αλί, επιδημιολόγος του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λούις του Μιζούρι.
Φλεγμονές
Σοβαρές φλεγμονές, όπως η οξεία παγκρεατίτιδα, επηρεάζουν πολύ μικρότερο ποσοστό ασθενών, αλλά παραμένουν πιο συχνές σε όσους προσβλήθηκαν από COVID παρά σε όσους απέφυγαν τον ιό. Οι πάσχοντες από μακροχρόνιο COVID έχουν και αυτοί αυξημένες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν συμπτώματα όπως δυσκοιλιότητα, πόνους στο στομάχι ή διάρροια.
Η έρευνα διεξήχθη σε δείγμα ασθενών οι οποίοι προσβλήθηκαν από COVID στην πρώτη φάση της πανδημίας, μεταξύ Μαρτίου 2020 και Ιανουαρίου 2021, πριν από την ευρεία χορήγηση εμβολίων. Ο δρ Αλ Αλί προειδοποιεί, όμως, ότι η εμπειρία ενδέχεται να είναι διαφορετική για όσους μολύνθηκαν από πρόσφατα στελέχη του ιού, αν και ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι τα εμβόλια περιορίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης συμπτωμάτων μακροχρόνιας COVID. Η επιστημονική ομάδα εκτιμά ότι τα μακροχρόνια γαστρεντερικά προβλήματα ενδέχεται να οφείλονται σε πρωτεΐνη του λεπτού εντέρου, στην οποία προσκολλάται ο ιός. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ακόμη και μετά την ανάρρωση «θραύσματα» του ιού παραμένουν στο έντερο, κινητοποιώντας το ανοσοποιητικό και προκαλώντας φλεγμονές.
Ο δρ Αλ Αλί εμφανίζεται, όμως, αισιόδοξος σε ό,τι αφορά άλλα συμπτώματα μακροχρόνιας COVID. Παρότι κάποια από αυτά, όπως η κόπωση και η εγκεφαλική σύγχυση, μπορεί να αποδειχθούν ανθεκτικά σε θεραπευτική αγωγή, τα γαστρικά και εντερικά προβλήματα είναι διαχειρίσιμα. «Παρότι δεν υπάρχει ενιαία θεραπεία για τα συμπτώματα αυτά, μία ακριβής διάγνωση μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή να αντιμετωπίσει τα γαστρικά προβλήματα με συμβατικές θεραπευτικές μεθόδους», λέει.
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr