Μάλιστα, συχνά, οι έχοντες την τάση να αργούν, δεν έχουν συναίσθηση του χαρακτηριστικού τους αυτού.
Ολοι γνωρίζουμε κάποιον που συνηθίζει να καθυστερεί και να στήνει στα ραντεβού του, είτε πρόκειται για προσωπικής φύσης ή επαγγελματικής.
Στην τάση αυτή, που φαίνεται να μην είναι σκόπιμη, ρόλο παίζουν λογής παράγοντες, όπως η αντίληψη και η διαχείριση του χρόνου, καθώς και η προσωπικότητα, σύμφωνα με τους ειδικούς.
«Είναι πιθανό να υπάρχει ένας μηχανισμός στον εγκέφαλο που προκαλεί σε κάποιους ανθρώπους την τάση αυτή αργοπορίας, καθώς υποτιμούν το χρόνο που χρειάζονται για να φτάσουν στο ραντεβού τους» σημειώνει ο Χιούγκο Σπιρς, καθηγητής Γνωστικών Νευροεπιστημών στο University College London και συν-επικεφαλής σε μελέτη του 2017 που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Hippocampus.
Οπως εξηγεί ο ίδιος, ο υπόκαμπος είναι μια δομή του εγκεφάλου που ευθύνεται για λειτουργίες του χρόνου, όπως το να θυμόμαστε πότε να κάνουμε κάτι και πόσο χρόνο χρειάζεται αυτό.
Έτερη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Nature Reviews Neuroscience υποστηρίζει πως οι νευρώνες στον υπόκαμπο που λειτουργούν ως «κύτταρα χρόνου», συμβάλλουν στη χρονική αντίληψή μας και τη μνήμη πραγμάτων, ωστόσο το γιατί κάποιοι άνθρωποι έχουν την τάση να υποβαθμίζουν διαρκώς το χρόνο, παραμένει ασαφές.
Οι παράγοντες
Ενας παράγοντας, διευκρινίζει ο Σπιρς, ίσως έχει να κάνει με τον χώρο. Στην έρευνα του 2017, ζήτησε από 20 φοιτητές που προσφάτως είχαν μετακομίσει στο Λονδίνο, να σχεδιάσουν ένα χάρτη της περιοχής του πανεπιστημίου τους και να υπολογίσουν τους νεκρούς χρόνους για διαφορετικούς προορισμούς. Παρότι οι εκτιμήσεις τους για το χώρο διευρύνονταν με τη γνώση μιας περιοχής, οι υπολογισμοί για τους χρόνους μεταφοράς άλλαζαν με την εξοικείωση. «Αν είσαι πολύ εξοικειωμένος με έναν χώρο, αρχίζεις να προεξοφλείς την ταλαιπωρία που θα χρειαστεί» λέει ο Σπιρς.
Σε άλλες περιπτώσεις, λένε οι ειδικοί, η καθυστέρηση έχει να κάνει με το ότι υπολογίζουμε το χρόνο βάσει του πόσο θεωρούμε πως θα χρειαστήκαμε σε ανάλογες δραστηριότητες και υποχρεώσεις του παρελθόντος, ωστόσο οι αναμνήσεις και η αντίληψή μας δεν είναι πάντα ακριβείς.
«Αν έχουμε μακρά εμπειρία σε μία δραστηριότητα, είναι πιο πιθανό να υποτιμήσουμε το πόσο θα χρειαστούμε» λέει η Εμιλι Γουάλντουμ, επίκουρη καθηγήτρια στο Κάμπελ Βόρειας Καρολίνας και επικεφαλής συγγραφέας μελέτης του 2016. Στην έρευνα, η Γουάλντουμ διαπίστωσε πως περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η μουσική ή η πολυκοσμία κι ο συνωστισμός, μπορούν να αλλοιώσουν την αίσθηση του χρόνου.
Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια εργασίας με ερωτήσεις γενικών γνώσεων, η Γουάλντουμ διαπίστωσε πως εσφαλμένα υπολόγιζαν τη διάρκεια της εργασίας βάσει τραγουδιών που άκουγαν στο παρασκήνιο.
Από την άλλη, σε έρευνα του 2022, οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να εκτιμήσουν το χρόνο διάρκειας διαδρομών του μετρό σε μετακινήσεις περισσότερο ή λιγότερο συνωστισμένες. Διαπίστωσαν πως οι άνθρωποι στις πιο συνωστισμένες διαδρομές, είχαν την αίσθηση πως η διάρκεια ήτνα κατά 10% μεγαλύτερη, σε σχέση με τις λιγότερο συνωστισμένες – κάτι που, σύμφωνα με τους ερευνητές, προκύπτει από το ότι επρόκειτο για μία δυσάρεστη εμπειρία.
Η προσωπικότητα επίσης παίζει ρόλο στην αργοπορία των ανθρώπων. Συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως η μειωμένη συνείδηση, μπορούν να κάνουν πολλούς να ξεχάσουν τις υποχρεώσεις που είχαν σχεδιάσει, λέει η Γουάλντουμ. «Άλλος ένας παράγοντας που ίσως επηρεάζει τις προθεσμίες των ανθρώπων είναι πόσο επιρρεπείς είναι στο multitasking», προσθέτει.
Όπως δείχνει έρευνα, οι άνθρωποι που διαχειρίζονται πολλά πράγματα ταυτόχρονα, είναι λιγότερο πιθανό να θυμηθούν και να ολοκληρώσουν εγκαίρως άλλες υποχρεώσεις τους. «Τα καλύτερα προγραμματισμένα σχέδια μπορούν να αποτύχουν απλώς και μόνο επειδή δεν έχουμε αρκετή προσοχή να τα υλοποιήσουμε» εξηγεί η Γουάλντουμ.
Μάλιστα, συχνά οι αργοπορημένοι δεν αντιλαμβάνονται πως καθυστερούν, σημειώνει η Γκρέις Πέισι, συγγραφέας του βιβλίου «Late! A Timebender’s guide to why we are late and how we can change». Κι αυτό διότι γενικώς οι άνθρωποι που διαρκώς κυνηγούν ένα χρονοδιάγραμμα, προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους και τους άλλους πως μπορούν να τα καταφέρουν και να είναι συνεπείς. «Μπορούμε να είμαστε στην ώρα μας όταν κάτι είναι σημαντικό, όταν η αργοπορία μας θα έχει επιπτώσεις, όπως για παράδειγμα το να χάσουμε μια πτήση» λέει η Πέισι.
Βεβαίως, «η αργοπορία μπορεί να είναι σύμπτωμα αναβλητικότητας» προσθέτει η Φούσια Σιρουά, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Ντέραμ στην Αγγλία, διευκρινίζοντας πως η αναβλητικότητα συνήθως σχετίζεται με μια δύσκολη συναισθηματική σχέση με την ίδια την υποχρέωση.
Σύμφωνα με την Πέισι, η διαφορά μεταξύ αναβλητικότητας και αργοπορίας είναι πως η τελευταία επηρεάζει τη σχέση μας με τους άλλους.
www.kathimerini.gr