Η Νέα Θεατρική Υπερπαραγωγή “Ηρακλής” στο Δυτικό Λονδίνο
Η νέα θεατρική υπερπαραγωγή της Disney με τίτλο “Ηρακλής” έκανε την εντυπωσιακή της πρεμιέρα στο West End του Λονδίνου, στο ιστορικό Theatre Royal Drury Lane. Η επίσημη πρεμιέρα πραγματοποιήθηκε στις 6 Ιουνίου 2025 και, χάρη στη θερμή υποδοχή του κοινού κατά τις προγενέστερες δοκιμαστικές παραστάσεις, η παράσταση έχει ήδη παραταθεί έως τις 28 Μαρτίου 2026, αντί της αρχικά προγραμματισμένης ημερομηνίας λήξης στις 10 Ιανουαρίου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η παραγωγή είχε προηγουμένως παρουσιαστεί στο Ευρωπαϊκό κοινό, συγκεκριμένα στο Neue Flora Theater στο Αμβούργο της Γερμανίας, όπου θα παραμείνει έως τις 31 Αυγούστου 2025.
Δημιουργική Ομάδα και Κύριοι Ρόλοι
Η σκηνοθεσία και η χορογραφία φέρουν την υπογραφή του πολυβραβευμένου Casey Nicholaw, γνωστού από έργα όπως The Book of Mormon, Aladdin και Mean Girls. Η μουσική έχει δημιουργηθεί από τον Alan Menken, ο οποίος έχει κερδίσει 8 Όσκαρ, ενώ οι στίχοι προέρχονται από τον David Zippel. Το νέο λιμπρέτο είναι αποτέλεσμα συνεργασίας του Robert Horn και του Kwame Kwei-Armah. Στους βασικούς ρόλους εμφανίζονται ο Luke Brady ως Ηρακλής και η Mae Ann Jorolan ως Μεγάρα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Μούσες εδώ παρουσιάζονται ως πέντε, αντί των παραδοσιακών εννέα. Τις χαρακτήρες ερμηνεύουν οι Candace Furbert, Sharlene Hector, Brianna Ogunbawo, Malinda Parris και Robyn Rose-Li, με την Kamilla Fernandes να αναλαμβάνει ρόλο αναπληρώτριας. Η gospel αισθητική των Μουσών προσφέρει δυναμισμό, όπως φαίνεται στο εμβληματικό κομμάτι “Zero to Hero”, αν και η αριθμητική και πολιτισμική διαφοροποίηση συγκριτικά με την ελληνική παράδοση προκαλεί προβληματισμό.
Η Παράσταση και η Πολιτιστική Αλληλεπίδραση
Στο υπόλοιπο καστ περιλαμβάνονται οι Trevor Dion Nicholas ως Φιλοκτήτης, Stephen Carlile ως Άδης, καθώς και οι Craig Gallivan και Lee Zarrett στους χιουμοριστικούς ρόλους των Bob και Charles. Η όλη παραγωγή εντύπωσης με τη λειτουργία δεκάδων ταλαντούχων χορευτών και τραγουδιστών, προσφέροντας εξαιρετικά σκηνικά, φωτισμούς, ειδικά εφέ και πλούσια κοστούμια.
Ωστόσο, η ουσία του μύθου φαίνεται να υποχωρεί μπροστά στην θεαματικότητα της παραγωγής, ανακύπτοντας το ερώτημα σχετικά με την ελευθερία που παρέχεται κατά την αναπαραγωγή μιας ιστορίας τόσο βαθιά ριζωμένη στην πολιτιστική μας ταυτότητα. Ο Ηρακλής αντιμετωπίζεται περισσότερο ως ένας «αμερικανικός» ήρωας που αναζητά την ταυτότητά του, παρά ως ο ημίθεος της ελληνικής αρχαιότητας που κατακτά τους άθλους του με τραγική μεγαλοπρέπεια.
Η παραγωγή αυτή, αν και δεν προσφέρει μία πιστή αναπαράσταση της μυθολογίας, αποδεικνύει ότι μια μοντέρνα ερμηνεία μπορεί να διατηρήσει τις αρετές, αλλά και τις αδυναμίες του σύγχρονου θεάματος. Ενώ οι παραστάσεις αυτές ενδέχεται να αντιμετωπίζουν προβλήματα, είναι προτιμότερο να φέρνουν τους ελληνικούς μύθους κοντά στις νέες γενιές, παρά να περιορίζονται σε ένα στενό πλαίσιο.
Μια αναθεωρημένη εκδοχή της κριτικής αναμένεται μετά την παρακολούθηση της παράστασης σε βρετανικό ή “βαυαρικό” έδαφος.