Οι Προοπτικές της Ελληνικής Οικονομίας και το Δημόσιο Χρέος
Σε μία εποχή που το παγκόσμιο δημόσιο χρέος αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς και η πολιτική αβεβαιότητα έχει φτάσει σε υψηλά επίπεδα λόγω της πολιτικής δασμών της αμερικανικής κυβέρνησης και των γεωπολιτικών κρίσεων, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν σε θετική κατεύθυνση. Οι συνεχείς αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από κορυφαίους οίκους αξιολόγησης είναι ενδεικτικές της ανθεκτικότητας της οικονομίας μας.
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), το 2024, οι χώρες και οι επιχειρήσεις παγκοσμίως δανείστηκαν το αστρονομικό ποσό των 25 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο είναι αυξημένο κατά 10 τρισεκατομμύρια σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την πανδημία. Στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, οι εκδόσεις κρατικών ομολόγων αναμένεται να φτάσουν το 17 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2024, από 14 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2023, με το δημόσιο χρέος τους να προβλέπεται να ανέλθει σε 59 τρισεκατομμύρια δολάρια από 54 τρισεκατομμύρια το 2023.
Η αύξηση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε δύο κρίσεις της τελευταίας 20ετίας — τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την πανδημία του Covid-19, οι οποίες ανάγκασαν πολλές χώρες να υιοθετήσουν μεγάλα δημοσιονομικά προγράμματα στήριξης που χρηματοδοτήθηκαν από τις αγορές, προκειμένου να αποτραπούν σοβαρές υφέσεις. Αν και αυτές οι παρεμβάσεις βοήθησαν στην ανάκαμψη των οικονομιών, εξακολουθούν να υπάρχουν αυξημένες ανάγκες δανεισμού για την πράσινη μετάβαση, που απαιτεί τεράστιες επενδύσεις.
Οι αγορές έχουν απορροφήσει την αυξημένη προσφορά τίτλων τα τελευταία χρόνια, ωστόσο αυτό έχει συνοδευτεί από αύξηση των αποδόσεων, οι οποίες ανεβαίνουν από τα χαμηλά επίπεδα της προηγούμενης δεκαετίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι, μετά την ανακοίνωση της Γερμανίας για χαλάρωση του φρένου χρέους της — με τη δημιουργία ενός ταμείου 500 δισεκατομμυρίων ευρώ για επενδύσεις σε υποδομές και την πράσινη μετάβαση — οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων αυξήθηκαν σημαντικά, γεγονός που επηρεάζει και τις αγορές άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η πρόσφατη αναβάθμιση της Ελλάδας από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης Moody’s σε κατηγορία επενδυτικής βαθμίδας ενισχύει περαιτέρω την ελκυστικότητα των ελληνικών ομολόγων για μεγάλους θεσμικούς επενδυτές και στηρίζει τη μείωση των spread τους. Οι προηγούμενες αναβαθμίσεις είχαν γίνει από τους οίκους S&P, Fitch, DBRS και Scope, που εξασφάλισαν την είσοδο της χώρας στην κατηγορία επενδυτικής βαθμίδας, με θετικές προοπτικές για περαιτέρω αναβαθμίσεις έως το 2025.
Η ελληνική οικονομία παρουσιάζει υψηλότερη ανάπτυξη σε σχέση με την Ευρωζώνη, έχει ξεπεράσει τους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα και μείωση του χρέους, ενώ ο τραπεζικός τομέας συνεχώς βελτιώνεται. Αυτοι οι παράγοντες εργαλειοποιούνται από τους οίκους αξιολόγησης κατά τη διάρκεια των αξιολογήσεών τους. Σημαντικό είναι επίσης ότι το spread των ελληνικών ομολόγων έχει μειωθεί πάνω από 10 μονάδες βάσης το 2024, επιβεβαιώνοντας την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με δεδομένα του Bloomberg, το spread των 10ετών ελληνικών τίτλων έχει μειωθεί κατά 21 μονάδες βάσης σε σύγκριση με πέρυσι, φτάνοντας στις 77 μονάδες βάσης, με απόδοση 3,57% έναντι 2,80% των γερμανικών τίτλων. Αξιοσημείωτη είναι η αυξημένη ζήτηση για ελληνικούς τίτλους, με προσφορές ύψους 53 δισεκατομμυρίων ευρώ για την επανέκδοση 15ετών και 30ετών ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.
Η εν λόγω εξέλιξη είναι πολύ σημαντική, δεδομένου ότι η υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην αγορά ομολόγων έχει μειωθεί, καθώς έχει τερματίσει τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης. Άξιο αναφοράς είναι ότι η κατοχή κρατικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες στις χώρες του ΟΟΣΑ έχει μειωθεί από το 29% του συνολικού χρέους το 2021 στο 19% το 2024, ενώ αντιθέτως, η συμμετοχή των νοικοκυριών έχει αυξηθεί από το 5% στο 11% και των ξένων επενδυτών από το 29% στο 34%.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό του δημόσιου χρέους που κατέχουν οι νοικοκυριά έχει αυξηθεί σημαντικά στο 4% από 1%, ως αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στις εκδόσεις εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, γεγονός που δείχνει τη μεταβολή στην επενδυτική συμπεριφορά και τη στήριξη της εγχώριας οικονομίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ