Η Δραστική Αύξηση των Αμυντικών Δαπανών της Γερμανίας
Η Μπούντεσβερ (οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις) πρόκειται να εξελιχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους συμβατικούς στρατούς στην Ευρώπη. Αυτή την πρόθεση επιβεβαίωσε ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος αιτιολόγησε τη σημαντική αύξηση των αμυντικών δαπανών που προγραμματίζει η γερμανική κυβέρνηση. Σύμφωνα με τον Μερτς, η αναγκαία αυτή αύξηση δεν αντανακλά κάποια «χάρη» από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αλλά προκύπτει από την ανησυχία του για την ασφάλεια της Ευρώπης. Η δήλωση αυτή έγινε κατά τη διάρκεια συζήτησης στο Μπούντεσταγκ, με προοπτική τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στην Χάγη.
Ο καγκελάριος τόνισε ότι η Ρωσία έχει αποδείξει πολλές φορές ότι δεν ενδιαφέρεται για την ειρήνη στην Ουκρανία, υπογραμμίζοντας ότι «η Μόσχα απειλεί την ασφάλεια και την ελευθερία της Ευρώπης». Επιπλέον, επεσήμανε ότι το ΝΑΤΟ οφείλει να ενισχυθεί ικανότατα, ώστε να αποτρέψει οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια εναντίον του. Ο Μερτς προσδιόρισε τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη ως «ιστορική», επισημαίνοντας τη δέσμευση της Γερμανίας να εκπληρώσει τα καθήκοντά της.
Σημαντικές Οικονομικές Στρατηγικές
Στο μεσοπρόθεσμο πλάνο που παρουσίασε στο Βερολίνο ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομικών Λαρς Κλινκμπαϊλ, προβλέπεται ο υπερδιπλασιασμός των αμυντικών δαπανών, φτάνοντας τα 152,8 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2029. Αυτή η στρατηγική εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο ενίσχυσης της αμυντικής ικανότητας της Γερμανίας, αναγνωρίζοντας τους κινδύνους που προκύπτουν από τις επικίνδυνες διεθνείς εξελίξεις.
Στη σύνοδο της Χάγης, αναμένεται να επισημοποιηθεί ο στόχος του ΝΑΤΟ να φτάσει τις αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ, εκ των οποίων το 3,5% θα διατεθεί για καθαρά αμυντικές δαπάνες και το 1,5% για υποδομές σχετικές με την άμυνα. Η ενίσχυση αυτή είναι κρίσιμη, καθώς οι απειλές που προέρχονται από τη Ρωσία και άλλες παραταξιακές εντάσεις απαιτούν αποφασιστική και συνεπή στρατηγική ανάπτυξης.
Αντιδράσεις και Κριτική
Η απόφαση της κυβέρνησης Μερτς για αύξηση των αμυντικών δαπανών έχει προκαλέσει αντιδράσεις από διάφορους πολιτικούς φορείς. Ο αρχηγός της κοινοβουλευτικής ομάδας της Αριστεράς, Ζόραν Πέλμαν, χαρακτήρισε παράλογο τον νατοϊκό στόχο του 5%, τονίζοντας ότι κάθε ευρώ που επενδύεται σε στρατιωτικό εξοπλισμό στερεί πόρους από εκπαιδευτικά ιδρύματα και νοσοκομεία. Στην ίδια γραμμή, ο συμπρόεδρος του ακροδεξιού κόμματος AfD, Τίνο Χρουπάλα, κατηγόρησε την κυβέρνηση για διογκωμένο δημόσιο χρέος και για ελλιπή συμμετοχή των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ στις στρατηγικές των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.
Οι παρατηρήσεις αυτές από την αντιπολίτευση και τα κίνητρα πίσω από την επιθυμία αύξησης των αμυντικών δαπανών καθιστούν την πολιτική σκηνή στη Γερμανία ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, καθώς η κυβέρνηση προχωρά σε αυτές τις στρατηγικές αποφάσεις. Η δυνατότητα χρηματοδότησης αυτών των προγραμμάτων θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στις υπόλοιπες κοινωνικές δαπάνες και θα απαιτήσει προσεκτική διαχείριση των οικονομικών πόρων της χώρας.