Νέες Ρυθμίσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
Στη Βουλή κατατέθηκε πρόσφατα το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με τον τίτλο «Παρεμβάσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας – Τροποποιήσεις σχετικά με τη δημοσίευση διαθηκών – Τροποποιήσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο των ανακοπών κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης με σκοπό την επιτάχυνση της εκδίκασης – Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης». Το σχέδιο νόμου θα εισαχθεί για επεξεργασία στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή την ερχόμενη Τρίτη, 15 Ιουλίου 2025.
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις του Μέρους Α’ αφορούν την παρέμβαση στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182) και στοχεύουν στην ολοκλήρωση μιας σημαντικής μεταρρύθμισης στο πεδίο της πολιτικής δικαιοσύνης. Αυτή η μεταρρύθμιση ξεκίνησε με τον ν. 5108/2024 (Α’ 65), ο οποίος προέβλεψε την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και την χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης, καθώς και τον ν. 5134/2024 (Α’ 146), που αφορά παρεμβάσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και σε άλλους σχετικούς κώδικες.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην τακτική διαδικασία, όπου παρατηρούνται οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις και πρακτικές δυσλειτουργίες, αποτέλεσμα του ν. 4335/2015 (Α’ 87). Η αναμόρφωση αυτή επιδιώκει την εισαγωγή της «προδικασίας», που θα διευκολύνει τον δικαστή στην αξιολόγηση της υπόθεσης. Έτσι, ο δικαστής δεν θα χρειάζεται να διαπιστώνει θέματα αοριστίας ή τυπικών ελλείψεων κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, η οποία συχνά καθυστερεί για χρόνια μετά την κατάθεση του δικογράφου.
Επιπλέον, στο Μέρος Β’ του νομοσχεδίου εισάγονται καινοτόμες ρυθμίσεις για τον επαναπροσδιορισμό των ανακοπών κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρα 632 και 933 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Αυτές οι διατάξεις στοχεύουν στην λήψη σειράς δικονομικών μέτρων που θα διευκολύνουν τη διαδικασία συζήτησης των υποθέσεων και θα επιταχύνουν την αποτελεσματικότητα των δικαστικών διαδικασιών, με σκοπό την αποφόρτιση των πινάκων των πρωτοδικείων.
Τέλος, με τις ρυθμίσεις του Μέρους Γ’ εισάγονται σημαντικές τροποποιήσεις σχετικά με τη χρέωση των υποθέσεων καθώς και την αξιολόγηση των καθυστερήσεων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι αλλαγές αυτές θα συμβάλλουν στην ισόρροπη κατανομή του φόρτου εργασίας και θα εισαγάγουν ανώτατα και κατώτατα όρια χρέωσης, ανάλογα με τη σοβαρότητα κάθε υπόθεσης. Η καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων ή επεξεργασία δικογραφιών θα θεωρείται λόγος μη προαγωγής, εκτός αν ο λειτουργός υπερβεί το ανώτατο όριο χρέωσης, περίπτωση κατά την οποία η καθυστέρηση θεωρείται δικαιολογημένη. Με αυτές τις διατάξεις, επιδιώκεται η αντιμετώπιση των πρακτικών προβλημάτων που σχετίζονται με τη Δικαιοσύνη, όπως είναι η υποστελέχωση, ώστε να βελτιωθεί η οργάνωση και η αποτελεσματικότητα των δικαστικών και εισαγγελικών διαδικασιών.