Σε διάστημα από 5 έως 7 χρόνια για τους οικιακούς καταναλωτές και 3,6 – 4,5 χρόνια για τους επαγγελματίες γίνεται η απόσβεση της επένδυσης για εγκατάσταση φωτοβολταϊκού συστήματος με το νέο σχήμα της αυτοκατανάλωσης (net billing) που ισχύει πλέον για τα οικιακά συστήματα στη θέση του ενεργειακού συμψηφισμού (net metering) που καταργήθηκε.
Αυτό προκύπτει από την ανάλυση των δεδομένων για το νέο πλαίσιο που έκανε ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) σε αναλυτικό οδηγό που περιλαμβάνει το θεσμικό πλαίσιο αλλά και τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν όσοι ενδιαφέρονται για την αυτοπαραγωγή ενέργειας.
Η ανάλυση του ΣΕΦ λαμβάνει υπόψη το ενδεικτικό κόστος εγκατάστασης ενός οικιακού φωτοβολταϊκού με ή χωρίς μπαταρία (περί τις 16.000 ευρώ και 8.500 ευρώ αντίστοιχα) και το όφελος που προκύπτει κυρίως από την αποφυγή της δαπάνης αγοράς ρεύματος κατά τις ώρες που παράγει το οικιακό φωτοβολταΪκό αλλά και από τις φοροαπαλλαγές που έχουν θεσπιστεί για την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων (αλλά και γενικότερα για δαπάνες κτιριακής αναβάθμισης).
Και στις δύο περιπτώσεις, δηλαδή, το όφελος μεγιστοποιείται όταν η ενεργειακή κατανάλωση του νοικοκυριού είναι σημαντική και το εισόδημα επαρκές ώστε να είναι υψηλή η φοροαπαλλαγή.
Η βασική διαφορά του net billing από το net metering που ίσχυε ως τώρα είναι ότι η ενέργεια που παράγεται καταναλώνεται την ίδια στιγμή και αν υπάρχει πλεόνασμα διατίθεται στο δίκτυο στην τιμή της αγοράς.
Προκειμένου για φωτοβολταϊκά οι τιμές αγοράς τις ώρες που μεγιστοποιείται η παραγωγή τους και είναι πιθανότερο να υπάρχουν πλεονάσματα παραγωγής είναι κατά κανόνα πολύ χαμηλές ή και μηδενικές. Αντίθετα με το net metering ο παραγωγός «αποθήκευε» στο δίκτυο την υπερβάλλουσα παραγωγή και ο συμψηφισμός αγορών – πωλήσεων γινόταν σε ορίζοντα τριετίας.