Θέτουν νέους περιορισμούς σε όσες βιομηχανίες δραστηριοποιούνται στην Κίνα
Κλιμακώνει η κυβέρνηση Μπάιντεν τον πόλεμο των επεξεργαστών με την Κίνα ανακοινώνοντας νέους και αρκετά δραστικούς περιορισμούς σε όσες βιομηχανίες του κλάδου δραστηριοποιούνται στη δεύτερη οικονομία του πλανήτη ενώ επιδοτούνται από το αμερικανικό κράτος. Με ζητούμενο να αναχαιτίσει τις φιλοδοξίες του Πεκίνου για ανάδειξη της Κίνας σε ηγετική δύναμη στην υψηλή τεχνολογία αλλά και να διασφαλίσει την τροφοδοσία της αμερικανικής οικονομίας στα αναγκαία εξαρτήματα για την ανάπτυξή της, η Ουάσιγκτον θέτει με αυτόν τον τρόπο πολύ στενά έως και ασφυκτικά όρια σε όσες βιομηχανίες επεξεργαστών δραστηριοποιούνται στην Κίνα. Από χθες στέλνει μάλιστα σε Νότια Κορέα, Ιαπωνία και Ταϊβάν στελέχη της αμερικανικής υπηρεσίας που έχει αναλάβει την ευθύνη για την εφαρμογή του νόμου περί επεξεργαστών, στον οποίο ενσωματώνονται πλέον οι νέοι περιορισμοί.
Ειδικότερα απαγορεύει σε όσες βιομηχανίες επιδοτούνται να αυξήσουν την παραγωγή τους κατά 5% και άνω σε ό,τι αφορά την υψηλότερη τεχνολογία μικροτσίπ και κατά 10% σε ό,τι αφορά την παλαιότερη τεχνολογία. Θέτει, επίσης, ανώτατο επιτρεπόμενο όριο τις 100.000 δολάρια σε επενδύσεις των επιδοτούμενων βιομηχανιών στην Κίνα. Και βέβαια η απειλή που συνοδεύει αυτούς τους περιορισμούς είναι η ανάκληση των επιδοτήσεων και εγγυήσεων που έχουν διασφαλίσει από την Ουάσιγκτον οι βιομηχανίες του κλάδου, και μάλιστα μέσα σε χρονοδιάγραμμα που φθάνει έως και τα 10 χρόνια μετά την παραχώρηση των σχετικών κινήτρων.
Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασε άμεσα κατηγορώντας την Ουάσιγκτον για προστατευτισμό και «αποκλεισμό» των άλλων και προσέθεσε πως το Πεκίνο θα προστατεύσει τα συμφέροντα και τα δικαιώματα των κινεζικών βιομηχανιών. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου υπογράμμισε μάλιστα πως «όλη αυτή η πολιτική της ανάσχεσης δεν πρόκειται να σταματήσει την ανάπτυξη της Κίνας και απλώς θα ενισχύσει τη θέλησή μας να επιδιώξουμε την ανάπτυξή της με ίδια μέσα και την αυτάρκειά μας».
Με την πολιτική αυτών των περιορισμών από πλευράς Ουάσιγκτον στενεύουν σε μεγάλο βαθμό τα περιθώρια των σημαντικότερων βιομηχανιών του κλάδου για ανάπτυξη στην Κίνα. Ανάμεσά τους οι πρωταθλητές των επεξεργαστών Taiwan Semiconductor Manufacturing Co, Samsung Electronics και Intel Corp, που όλοι δραστηριοποιούνται στην Κίνα. Οι εν λόγω βιομηχανίες θα έχουν πολύ περιορισμένες δυνατότητες για ανάπτυξη στη δεύτερη οικονομία του κόσμου και την ίδια στιγμή θα δυσχεραίνονται σε μεγάλο βαθμό οι προσπάθειες του Πεκίνου να αναπτύξει εγχώρια υψηλή τεχνολογία. Για την TSMC, ειδικότερα, οι νέοι περιορισμοί αποτελούν μείζον πρόβλημα, καθώς εμποδίζουν τη βιομηχανία της Ταϊβάν να επεκτείνει τη μονάδα υψηλής τεχνολογίας που έχει στην πόλη Ναντζίν στην ανατολική Κίνα. Τον Οκτώβριο, όμως, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας είχε δηλώσει πως είχε εξασφαλίσει άδεια ενός έτους της αμερικανικής κυβέρνησης και προσωρινή εξαίρεση από τις έως τότε ισχύουσες απαγορεύσεις για να αυξήσει την παραγωγή της στην Κίνα.
Από την πλευρά της η Samsung τόνισε πως είναι σε τακτική επικοινωνία με τις κυβερνήσεις τόσο των ΗΠΑ όσο και της Νότιας Κορέας και σκοπεύει να καθορίσει τις επόμενες κινήσεις της όταν θα έχει μελετήσει διεξοδικώς τα δεδομένα που δημιουργούν οι νέοι περιορισμοί. H Samsung έχει μια μεγάλη μονάδα στην κεντρική πόλη Σιάν της Κίνας, όπου παράγει μικροτσίπ μνήμης NAND. Σε ό,τι αφορά την Intel, έχει μονάδα συναρμολόγησης και δοκιμής μικροτσίπ στην κεντρική πόλη Τσενγκντού της Κίνας, που είναι σαφώς μικρότερης σημασίας δραστηριότητα σε σύγκριση με τις άλλες βιομηχανίες του κλάδου. Τέλος η Hynix, που παράγει μικροτσίπ μνήμης στην Κίνα, ανακοίνωσε ότι θα παρακολουθήσει προσεκτικά τις σχετικές ανακοινώσεις και θα εξετάσει τις κινήσεις της. Σημειωτέον ότι εφεξής θα απαγορεύεται επίσης σε όσους λαμβάνουν επιδοτήσεις από το αμερικανικό κράτος η από κοινού έρευνα με φορέα της Κίνας ή άλλης χώρας που εμπνέει ανησυχία στην Ουάσιγκτον, όπως επίσης και η παραχώρηση τεχνολογίας. Η απαγόρευση ισχύει επίσης για έρευνα και συνεργασία δύο ή περισσότερων ανθρώπων και η παραχώρηση τεχνολογίας αφορά κάθε συμφωνία για την έκδοση αδειών ευρεσιτεχνίας, εμπορικών μυστικών ή τεχνογνωσίας που μπορεί να τεθεί στη διάθεση άλλης πλευράς.
Στο μεταξύ, η Ουάσιγκτον αναμένεται να επεκτείνει τη μαύρη λίστα των εταιρειών που χαρακτηρίζει ύποπτες ή επικίνδυνες για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Σε αυτήν έχει εντάξει ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες της Κίνας, όπως τον κολοσσό των τηλεπικοινωνιών Huawei Technologies, τον γίγαντα της τεχνητής νοημοσύνης SenseTime Group και ορισμένες από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες μικροεπεξεργαστών της Κίνας, όπως τη Yangtze Memory Technologies Co.
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr