Η κινεζική κυβέρνηση προσπάθησε να συνδυάσει τη στρατιωτική και την πολιτική καινοτομία της, προκαλώντας την αντίδραση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ενας βετεράνος του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού έγινε κατασκευαστής drone. Μια εταιρεία real estate της Σαγκάης αποκόμισε περισσότερα κέρδη από αερόπλοια μεγάλου υψομέτρου. Ενας διαπρεπής Κινέζος επιστήμονας της αεροπορίας ίδρυσε περισσότερες από δώδεκα εταιρείες και εμπορευματοποίησε την πείρα του.
Πολλοί προσπάθησαν να βοηθήσουν την επιχείρησή τους υποστηρίζοντας τον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό της Κίνας. Και ο καθένας μπορεί να κατηγορηθεί τώρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι βοήθησε στην κατασκευή των κατασκοπευτικών μπαλονιών της Κίνας.
Η διεθνής σύγκρουση γι’ αυτά τα αερόστατα μεγάλου υψομέτρου έριξε φως στο πρόγραμμα της Κίνας για «σύντηξη στρατιωτικού και πολιτικού». Ο Σι Τζινπίνγκ, ο ηγέτης της Κίνας, προώθησε τη στρατολόγηση εμπορικών επιχειρήσεων για να βοηθήσει στην οικοδόμηση αυτού που περιέγραψε ως στρατό παγκόσμιας κλάσης, που προστατεύει την άνοδο της Κίνας ως υπερδύναμης. Ο στόχος είναι να δημιουργηθεί μια συμβιωτική σχέση που παρέχει στον στρατό ευρύτερη και ταχύτερη πρόσβαση σε εμπορικές καινοτομίες, παρέχοντας παράλληλα στις επιχειρήσεις συμβάσεις και στρατιωτικές δεξιότητες.
Αρκετοί Κινέζοι κατασκευαστές αερόπλοιων και εξαρτημάτων, που εντάχθηκαν στη μαύρη λίστα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, την περασμένη Παρασκευή, για το πρόγραμμα αερόστατων της Κίνας, έχουν δεσμούς με αυτή την προσπάθεια, όπως «δείχνουν» εταιρικά αρχεία και άλλα κινεζικά έγγραφα.
Μία από τις εταιρείες, ονόματι Eagles Men Aviation Science and Technology Group, αυτοανακηρύχθηκε ως «μία από τις εθνικές επιχειρήσεις – μοντέλα στρατιωτικής – πολιτικής σύντηξης». Μια άλλη εταιρεία, η Guangzhou Tian-Hai-Xiang Aviation Technology, κατά κύριο λόγο κατασκευαστής drone, ιδρύθηκε από έναν πρώην στρατιωτικό που είχε πολεμήσει στον συνοριακό πόλεμο της Κίνας με το Βιετνάμ το 1979. «Αν προέρχεσαι από τον στρατό, θα πρέπει να του το ανταποδώσεις», είπε ο ιδρυτής και πρόεδρος της εταιρείας, Λι Γιουζουάνγκ.
Η Κίνα απέχει παρασάγγας από την επιδίωξη να αξιοποιήσει τον δυναμισμό και την καινοτομία των εμπορικών επιχειρήσεων για να βοηθήσει στην οικοδόμηση ενός πιο προηγμένου τεχνολογικά στρατού. Κινέζοι αξιωματούχοι και ειδικοί ανέφεραν παραδείγματα από τις συνεργασίες του Πενταγώνου με αμερικανικές εταιρείες που αναπτύσσουν τεχνολογίες αιχμής, καθώς και τον ρόλο εταιρειών, όπως η SpaceX, στην αμερικανική αεροδιαστημική βιομηχανία.
Ωστόσο, η σαρωτική ισχύς του Κομμουνιστικού Κόμματος σημαίνει ότι οι στρατιωτικές προτεραιότητές του απαιτούν ακόμα μεγαλύτερη προσοχή και πίστη από πολλούς Κινέζους επιχειρηματίες. Ο Σι Τζινπίνγκ επιδιώκει εδώ και καιρό να αναπτύξει τεχνολογική αυτάρκεια, και αυτή η προσπάθεια είναι πιθανό να επιταχυνθεί στον απόηχο των διευρυνόμενων περιορισμών της Ουάσιγκτον στην πρόσβαση της Κίνας σε μικροτσίπ.
«Δεδομένης της ανησυχίας της για τις ξένες κυρώσεις και τους ελέγχους των εξαγωγών, αυτό που βλέπουμε τώρα είναι όλο και περισσότερες προσπάθειες από την κινεζική πλευρά να δημιουργήσει ένα πολύ σημαντικότερο πολιτικό-στρατιωτικό σύστημα σύντηξης», δήλωσε ο Τάι Μινγκ Τσέουνγκ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο και συγγραφέας τού «Innovate to Dominate: The Rise of the Chinese Techno-Security State» («Καινοτόμησε για να κυριαρχήσεις: Η άνοδος του κινεζικού κράτους της τεχνο-ασφάλειας»). Χαρακτήρισε αυτές τις προσπάθειες «σημαντικό μέρος της επιδίωξης για αυτοδυναμία στον στρατηγικό και αμυντικό τομέα».
Μέχρι τη στιγμή που ο Σι ανέλαβε την εξουσία το 2012, οι Κινέζοι ηγέτες προσπαθούσαν επί δεκαετίες να πείσουν τις μη στρατιωτικές βιομηχανίες να συνεργαστούν στενά με τον στρατό. Ο ανταγωνισμός μεταξύ του Πεκίνου και των δυτικών κυβερνήσεων αυξανόταν και η εγχώρια καινοτομία ήταν όλο και πιο σημαντική για την ασφάλεια της Κίνας. Εντούτοις, πολλοί από τους καινοτόμους επιχειρηματίες της Κίνας προσπάθησαν να συνεργαστούν με τον στρατό, αλλά συχνά αντιμετώπιζαν δυσπιστία και γραφειοκρατία.
Ο Σι ξεκίνησε ένα δυναμικό πρόγραμμα για να πιέσει τις επιχειρήσεις να μοιραστούν το ταλέντο και την τεχνολογία τους. Οι τοπικές κυβερνήσεις δημιούργησαν κεφάλαια για να υποστηρίξουν την ανάπτυξη drones, ρομπότ και άλλων τεχνολογιών με στρατιωτικές εφαρμογές. Το 2017, ο Σι υπογράμμισε τον επείγοντα χαρακτήρα της πρωτοβουλίας, τοποθετώντας τον εαυτό του επικεφαλής μιας νεοσύστατης εθνικής εποπτικής επιτροπής. Ηταν, είπε στην επιτροπή, «ένα σημαντικό βήμα για την απόκτηση ενός εθνικού στρατηγικού πλεονεκτήματος».
Δεκάδες επενδυτικά κεφάλαια αφιερωμένα σε αυτή την προσπάθεια έχουν ιδρυθεί στην Κίνα από το 2015, με αναμενόμενη την ικανότητα να μοιράσουν συνολικά περισσότερα από 68,5 δισ. δολάρια σε επιχειρήσεις, σύμφωνα με μια μελέτη του 2021 από την Ελσα Κάνια και τον Λοράν Λασκάι του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια.
Στην Κίνα, σήμερα, υπάρχει ένα σύνθετο δίκτυο δεσμών μεταξύ στρατιωτικών εφαρμογών, εμπορευματοποίησης και ακαδημαϊκής έρευνας σε αναδυόμενες τεχνολογίες, συνδέσεις που είναι «όχι και τόσο συμπτωματικές», είπε η Ε. Κάνια.
Αυτοί οι δεσμοί, με τη σειρά τους, έχουν εγείρει ανησυχίες στην Ουάσιγκτον σχετικά με το αν αμερικανικά αγαθά ή τεχνολογίες που πωλούνται μέσω μη στρατιωτικών αλυσίδων εφοδιασμού θα μπορούσαν τελικά να έχουν στρατιωτικές χρήσεις. Αυτοί οι φόβοι ώθησαν την κυβέρνηση Τραμπ να αποκόψει τη Huawei από την αγορά τεχνολογίας των ΗΠΑ και να απαγορεύσει στους Αμερικανούς πολίτες να επενδύουν σε τίτλους εταιρειών που συνδέονται με τον κινεζικό στρατό.
Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν κατέληξαν επίσης στο συμπέρασμα ότι, τουλάχιστον σε ορισμένους τομείς της οικονομίας, ούτε καν οι εμπορικοί δεσμοί με την Κίνα είναι ασφαλείς. Την Πέμπτη, τα τμήματα Δικαιοσύνης και Εμπορίου ανακοίνωσαν ότι δημιούργησαν μια νέα «δύναμη κρούσης», σε 12 πόλεις των ΗΠΑ, για να αποτρέψουν την κοινή χρήση προηγμένης τεχνολογίας με αντιπάλους όπως η Κίνα, η Ρωσία, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ενισχύσει το σύστημα ελέγχων των εξαγωγών της χώρας για να εμποδίσει τις εταιρείες να μοιράζονται προηγμένες τεχνολογίες -όπως ο κβαντικός υπολογισμός- με την Κίνα. Ομοίως, η κίνηση της κυβέρνησης να τοποθετήσει πέντε κινεζικές εταιρείες και ένα ερευνητικό ινστιτούτο που είχαν υποστηρίξει προγράμματα στρατιωτικών αερόπλοιων και αερόστατων στη μαύρη λίστα, στοχεύει στο να τις αποτρέψει από το να αγοράσουν τεχνολογία των ΗΠΑ. Οι εταιρείες δεν έχουν απαντήσει σε τηλεφωνήματα για να σχολιάσουν.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα διαρκή κρατικά μονοπώλια στον κινεζικό αμυντικό τομέα και μια γενική στάση δυσπιστίας προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις σημαίνουν ότι οι προσπάθειες της Κίνας να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των στρατιωτικών και των ιδιωτικών επιχειρήσεών της είναι ένα έργο σε εξέλιξη.
Ωστόσο, ορισμένες εταιρείες έχουν σαφώς ωφεληθεί από την προσπάθεια της Κίνας να δελεάσει ιδιωτικές εταιρείες να συνεργαστούν με τον στρατό.
Το Eagles Men Aviation Science and Technology Group, για παράδειγμα, το οποίο ιδρύθηκε από τον κορυφαίο Κινέζο επιστήμονα αεροναυπηγικής, Γου Ζε, πούλησε το 16% των μετοχών του σε τρία επενδυτικά κεφάλαια που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση και επικεντρώνονται σε στρατιωτικές – πολιτικές ευκαιρίες, σύμφωνα με εταιρικά αρχεία.
Η Eagles Men Aviation «προμήθευε συνεχώς υλικά τεχνολογίας στελθ στον κινεζικό στρατό για 14 χρόνια και τα δεδομένα πτήσεων του στρατοσφαιρικού αερόπλοιου βρίσκονται σε κορυφαίο επίπεδο παγκοσμίως», είπε στέλεχος σε αξιωματούχους που επισκέφθηκαν τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας στο Πεκίνο το 2019.
Ο Γου Ζε βοήθησε στην ίδρυση μίας άλλης εταιρείας που αντιμετωπίζει κυρώσεις, της Beijing Nanjiang Aerospace Technology, μαζί με τη Shanghai Nanjiang Group, μια εταιρεία ακινήτων που είχε επίσης αποτολμήσει να ασχοληθεί με το γραφένιο (σ.σ.: κρυσταλλικό πλέγμα ατόμων άνθρακα), τα ευφυή ρομπότ και τα αερομεταφερόμενα οχήματα. Η Beijing Nanjiang υπέγραψε επίσης συμφωνία με τη Σιλινχότ, μια πόλη στη βόρεια Κίνα, για την κατασκευή ενός «βιομηχανικού πάρκου στην εξώσφαιρα», όπου θα μπορούσαν να πραγματοποιούνται δοκιμαστικές πτήσεις.
Σύμφωνα με την έρευνα του Ντέιβιντ Ασερ, ανώτερου συνεργάτη στο Hudson Institute, μία από τις θυγατρικές της Nanjiang φαίνεται να έχει πουλήσει drones απευθείας στον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό.
Παραδοσιακά, ο κινεζικός στρατός αποκτούσε τέτοια τεχνολογία από κρατικά ελεγχόμενες οντότητες, είπε. Ωστόσο, αυτοί οι σύνδεσμοι μπορεί να υποδηλώνουν ότι ο στρατός της Κίνας προμηθεύεται αυτά που αρχικώς ήταν εμπορικά αναπτυγμένα μπαλόνια και drones και «τα εφαρμόζει σε στρατιωτικές αποστολές για συλλογή πληροφοριών, επιτήρηση και αναγνώριση».
«Η Nanjiang λειτουργεί με τρόπο που είναι εμβληματικός για έναν νέο τύπο πολιτικοστρατιωτικής σύντηξης», είπε ο Ασερ.
Ο Γου βοήθησε επίσης στη σύσταση μιας εταιρείας επιχειρηματικών κεφαλαίων που επένδυσε σε έναν όμιλο εταιρειών δορυφόρου, υδρογόνου και αεροδιαστημικής, με χρηματοδότηση από το Πανεπιστήμιο Beihang, ένα κορυφαίο στρατιωτικό ίδρυμα που επίσης υπόκειται σε κυρώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με έγγραφα στα οποία έχει πρόσβαση το Sayari, πλατφόρμα πληροφοριών εμπορικού κινδύνου.
Μία από αυτές τις εταιρείες, η Dongguan Zhonghang Huaxun Satellite Technology, διαφήμιζε στον ιστότοπό της αερόπλοια με εγκατεστημένα συστήματα παρακολούθησης, μεταξύ άλλων για στρατιωτικές ανάγκες, ανέφερε προηγουμένως το The Wire China. Ο ιστότοπος έχει καταργηθεί.
Ακόμα και στην Κίνα, όμως, αυτοί οι στρατιωτικοί δεσμοί δεν ήταν ένας σίγουρος τρόπος πλουτισμού. Μέχρι το 2019, για παράδειγμα, το διαστημικό έργο της Shanghai Nanjiang καταποντίστηκε οικονομικά και η εταιρεία ανακοίνωσε πως είχε τερματίσει το πρόγραμμα.
Το «βιομηχανικό πάρκο της εξώσφαιρας» στη βόρεια Κίνα παγιδεύτηκε σε νομικές διαμάχες για κακή κατασκευή και υψηλό κόστος. Μια εταιρεία με την οποία συνεργάστηκε ο Γου, με την επωνυμία Dongfeng Sci-Tech Group, διαγράφηκε από το χρηματιστήριο του Σενζέν το 2020, έπειτα από κάποια ανάμειξή της στην υψηλή τεχνολογία.
Ενώ η Ουάσιγκτον έχει ξεκάθαρα αδράξει τους κινδύνους που ενέχουν οι κινεζικές εμπορικές – στρατιωτικές συνεργασίες, ορισμένοι αναλυτές λένε ότι η αντίδραση μπορεί να είναι υπερβολική. Ορισμένοι έχουν υποστηρίξει ότι οι προηγούμενοι χαρακτηρισμοί της Κίνας ως «απειλής για ολόκληρη την κοινωνία» συμβάλλουν στον εθνοτικό στιγματισμό Κινέζων πολιτών και ορισμένων Κινεζοαμερικανών και αποτρέπουν πολύτιμες ακαδημαϊκές συνεργασίες.
Ειδικότερα, το επεισόδιο με το αερόστατο έχει προκαλέσει «ένα αίσθημα υστερίας» τις τελευταίες εβδομάδες, δήλωσε ο Κρίστοφερ Τζόνσον, πρόεδρος της China Strategies Group και πρώην ανώτερος αναλυτής για την Κίνα στη CIA.
Οταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ διακόπτει το εμπόριο με κινεζικές εταιρείες και κλάδους, υπάρχει κόστος και για την ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ, καθώς χάνει την πρόσβαση στα έσοδα και στην καινοτομία, είπε ο Τζόνσον. «Αυτό πρέπει να το λάβουμε υπ’ όψιν».
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr