Έως και 600 άνθρωποι σκοτώθηκαν μέσα σε λίγες μόνο ώρες τον Αύγουστο στην πόλη της Μπουρκίνα Φάσο Μπαρσαλόγκο από οργάνωση που θεωρείται παρακλάδι της Αλ Κάιντα στην περιοχή. Η νέα εκτίμηση της γαλλικής κυβέρνησης σχεδόν διπλασιάζει τον αριθμό των νεκρών που αναφέρθηκαν σε προηγούμενες αναφορές.
Η σφαγή προκλήθηκε όταν μαχητές της ομάδας Τζαμάτ Νουσράτ αλ-Ισλάμ Ουαλ-Μουσλιμίν, θυγατρική της Αλ Κάιντα με έδρα στο Μάλι που δραστηριοποιείται και στη Μπουρκίνα Φάσο, άνοιξαν πυρ καθώς εισέρχονταν στα περίχωρα της Μπαρσαλόγκο με μοτοσικλέτες και σκότωναν χωρικούς, οι οποίοι ήταν άοπλοι και αβοήθητοι καθώς έσκαβαν χαρακώματα γύρω την πόλη τους, σύμφωνα με εντολή που είχαν λάβει από τις στρατιωτικές αρχές.
Πολλοί από τους νεκρούς ήταν γυναίκες και παιδιά σε αυτήν την επίθεση που πλέον κατατάσσεται σε μια από τις πιο θανατηφόρες στην Αφρική τις τελευταίες δεκαετίες.
Τα τελευταία χρόνια, μια σειρά πραξικοπημάτων στο Μάλι, την Μπουρκίνα Φάσο και τον Νίγηρα στο Σαχέλ, νότια της Σαχάρας, οδήγησε στην αποχώρηση γαλλικών και αμερικανικών δυνάμεων από την περιοχή. Ρώσοι μισθοφόροι κλήθηκαν από τους στρατιωτικούς όταν ανέλαβαν την εξουσία για να ενισχύσουν την εξουσία και τη θέση τους, όμως σε αξιολόγηση των γαλλικών αρχών που ήρθε σε γνώση του CNN αναφέρεται ότι υπήρξε πολύ σημαντική επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή, όπου «οι ένοπλες τρομοκρατικές ομάδες απολαμβάνουν αυξανόμενη ελευθερία δράσης επειδή οι δυνάμεις ασφαλείας δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν».
«Μεγάλης κλίμακας θανατηφόρες επιθέσεις εναντίον αμάχων πληθυσμών ή δυνάμεων άμυνας και ασφάλειας λαμβάνουν χώρα εδώ και αρκετές εβδομάδες με ρυθμό που φαίνεται μη βιώσιμος για την κυβέρνηση», επισημαίνει η έκθεση για την Μπουρκίνα Φάσο.
Γάλλος αξιωματούχος, με την προϋπόθεση να μείνει ανώνυμος, σχολίασε στο αμερικανικό κανάλι ότι η σφαγή στη Μπαρσαλόγκο αποδεικνύει ότι «η Μπουρκίνα Φάσο βρίσκεται στα άκρα, καθώς οι τρομοκράτες έχουν τεράστια κυριαρχία στη χώρα. Είναι τρομερό ότι εξακόσιοι άνθρωποι έχουν πεθάνει, όμως το χειρότερο είναι ότι είναι σαν να μην συνέβη ποτέ, επειδή οι δολοφόνοι συνεχίζουν να περιφέρονται ελεύθεροι, χωρίς το φόβο ότι μπορεί να τιμωρηθούν».
Πηγή: CNN