Καταγραφή και Διαχείριση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προχωρά σε μία συστηματική καταγραφή και διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, με στόχο την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στην είσπραξη δημοσίων εσόδων και την αποτύπωση της ρεαλιστικής οικονομικής εικόνας της χώρας. Μπορεί να διαπιστωθεί ότι το συνολικό ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών ανέρχεται σε περίπου 108,4 δισ. ευρώ, επηρεάζοντας αρνητικά τον κρατικό προϋπολογισμό και τη γενική οικονομική διαχείριση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι από το σύνολο των ληξιπρόθεσμων χρεών, περισσότερα από 10 δισ. ευρώ θεωρούνται ανεπίδεκτα είσπραξης. Αυτές οι οφειλές αφορούν κυρίως ζητήματα που προκύπτουν από πτωχευμένες επιχειρήσεις, αποβιώσαντες φορολογούμενους χωρίς κληρονόμους και οφειλέτες που δεν διαθέτουν καταγεγραμμένα περιουσιακά στοιχεία. Ήδη, ποσό ύψους 26,3 δισ. ευρώ έχει ενταχθεί στο ειδικό μητρώο ανεπίδεκτων είσπραξης της ΑΑΔΕ, με σκοπό τη καλύτερη αποτύπωση και διαχείριση αυτών των υποχρεώσεων. Η αναμενόμενη ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης έχει προγραμματιστεί για τα τέλη του 2025, με αποτέλεσμα οι σχετικές υποχρεώσεις να «παγώσουν» προσωρινά, επιτρέποντας τη συλλογική εστίαση στην είσπραξη οφειλών με ρεαλιστικές προοπτικές ανάκτησης.
Κριτήρια Ένταξης και Διαδικασία
Η ένταξη στο μητρώο, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), απαιτεί την πλήρη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων για την αναζήτηση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπευθύνων.
Τα κριτήρια που θα αξιολογηθούν περιλαμβάνουν:
- Απώλεια καταγεγραμμένης περιουσίας ή απαιτήσεων από τρίτους
- Υποβολή ποινικής δίωξης όπου κρίνεται απαραίτητη
- Αντικειμενική αδυναμία είσπραξης
- Περιουσία χαμηλής αξίας (κάτω του 5% της βασικής οφειλής, με ανώτατα όρια 100.000 ευρώ για ακίνητα και 30.000 ευρώ για κινητά)
Η διαδικασία ένταξης ποικίλλει ανάλογα με το ποσό της οφειλής:
- Για χρέη έως 300.000 ευρώ, οι αρμόδιες υπηρειες είναι οι τοπικές ΔΟΥ και τελωνειακές υπηρεσίες
- Για ποσά από 300.000 έως 3 εκατ. ευρώ, απαιτείται έγκριση του Διοικητή της ΑΑΔΕ
- Για χρέη άνω των 3 εκατ. ευρώ, η απόφαση λαμβάνεται από τον Διοικητή κατόπιν εισήγησης της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης
Ο χαρακτηρισμός μιας οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης δεν συνεπάγεται τη διαγραφή της, αλλά την αναστολή των μέτρων είσπραξης για έως και δέκα χρόνια. Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα επανεξέτασης αυτής της απόφασης σε περίπτωση μεταβολής των δεδομένων, όπως η ανακάλυψη περιουσίας, καθιστώντας την οφειλή ξανά απαιτητή.
Ενέργειες και Περιορισμοί
Με την καταχώρηση στο μητρώο:
- Αναστέλλεται η παραγραφή της οφειλής
- Αναστέλλεται η έκδοση φορολογικών πιστοποιητικών
- Δεσμεύονται λογαριασμοί, θυρίδες και λοιπά επενδυτικά μέσα
- Επιτρέπεται η διενέργεια συμψηφισμών και κατασχέσεων εάν εντοπιστούν περιουσιακά στοιχεία
Στο μεταξύ, η ΑΑΔΕ εντείνει τις ενέργειες είσπραξης για τις υπόλοιπες ληξιπρόθεσμες οφειλές, οι οποίες εκτιμώνται σε περίπου 81 δισ. ευρώ. Για το έτος 2025, έχει τεθεί ως στόχος η είσπραξη τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ, με στοχευμένες ενέργειες, όπως τηλεφωνικές κλήσεις σε 60.000 οφειλέτες.
Σε εξέλιξη βρίσκονται και ευνοϊκές ρυθμίσεις αποπληρωμής:
- Για Δήμους: Έως 60 δόσεις, ελάχιστο ποσό 50 ευρώ ανά δόση και απαλλαγές από προσαυξήσεις έως 95% για ευάλωτες ομάδες
- Για την Εφορία: Σταθερό επιτόκιο έως Μάρτιο 2025 – 4,34% για έως 12 δόσεις, 5,84% για άνω των 12 και 7,34% για δεύτερη ρύθμιση με περισσότερες από 12 δόσεις
Δημοσιοποίηση Στοιχείων Οφειλετών
Σε συνεργασία με τον e-ΕΦΚΑ, η ΑΑΔΕ προγραμματίζει τη δημοσιοποίηση των επικαιροποιημένων στοιχείων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στις 30 Ιουνίου 2025. Η λίστα θα περιλαμβάνει οφειλές άνω των 150.000 ευρώ που παραμένουν ανεξόφλητες για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους. Η συγκεκριμένη ενέργεια αποσκοπεί στην ενίσχυση της διαφάνειας και της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο φορολογικό σύστημα.
Η πολιτική διαχείρισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών αποτελεί καίριο πυλώνα για τη δημοσιονομική σταθερότητα και την ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης. Η ΑΑΔΕ συνεχίζει τις στοχευμένες δράσεις, ενισχύοντας τα εργαλεία είσπραξης, με σκοπό τη διασφάλιση των δημοσίων εσόδων και την υποστήριξη της ελληνικής οικονομίας.