Καταγγελία της Κύπρου για την εκμετάλλευση ελληνοκυπριακών περιουσιών
Με μια αυστηρά διατυπωμένη επιστολή προς την Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας, η Κύπρος διαμαρτύρεται για την συνεχιζόμενη εκμετάλλευση ελληνοκυπριακών περιουσιών στις κατεχόμενες από την Τουρκία περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Λευκωσία κατηγορεί την Άγκυρα για συστηματική παραβίαση του διεθνούς δικαίου και για υπονόμευση των προσπαθειών για επίτευξη συνολικής διευθέτησης του Κυπριακού.
Στην επιστολή ημερομηνίας 20 Ιουνίου 2025, η Μόνιμη Αντιπρόσωπος της Κύπρου στον ΟΗΕ, πρέσβης Μαρία Μιχάηλ, επισημαίνει ότι από την τουρκική εισβολή του 1974, οι Ελληνοκύπριοι ιδιοκτήτες περιουσιών στις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας που έχουν καταληφθεί από την Τουρκία, στερούνται της πρόσβασης, του ελέγχου και της χρήσης των περιουσιών τους. Τονίζει ότι αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός έχει επιβεβαιωθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) στις σχετικές αποφάσεις του το 2001 και το 2014, στην διακρατική υπόθεση Κύπρου κατά Τουρκίας, και πως η Τουρκία δεν έχει συμμορφωθεί με τις αποφάσεις αυτές μέχρι σήμερα.
Αυτή η επιστολή αποτελεί τη βασική απάντηση σε πρόσφατη επιστολή του Μονίμου Αντιπροσώπου της Τουρκίας, πρέσβη Αχμέντ Γιλντίζ, που ημερομηνία 10 Ιουνίου. Η κ. Μιχάηλ καταγγέλλει ότι η Τουρκία εφαρμόζει μια ενεργή πολιτική πώλησης και εκμετάλλευσης αυτών των περιουσιών σε βιομηχανική κλίμακα, την οποία χαρακτηρίζει ως «μεθοδικά και επιθετικά προωθούμενη», στο πλαίσιο της επιδίωξης της Τουρκίας για τη δημιουργία ξεχωριστού κράτους στο νησί.
Η πολιτική αυτή, επισημαίνει, παραβιάζει ευθέως τις αρχές της αδιαίρετης κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπονομεύοντας τις προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ να επανεκκινήσει τις διαπραγματεύσεις σύμφωνα με το συμφωνημένο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η πρέσβυς Μιχάηλ αναφορικά με την απουσία ουσιαστικών διαπραγματεύσεων τα τελευταία οκτώ χρόνια τονίζει ότι πολλοί Ελληνοκύπριοι έχουν αναγκαστεί να προσφύγουν νομικά κατά της «μη εξουσιοδοτημένης εκμετάλλευσης» των περιουσιών τους, μια πράξη που συνιστά ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τον Κυπριακό Ποινικό Κώδικα. Παράλληλα, η Κυπριακή Δημοκρατία διαβεβαιώνει ότι παραμένει προσηλωμένη στις αρχές του κράτους δικαίου, του διαχωρισμού των εξουσιών και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που είναι θεμελιώδεις αρχές κάθε δημοκρατικής κοινωνίας.
Σύμφωνα με την επιστολή, οι αστυνομικές αρχές μπορούν, στο πλαίσιο του καθήκοντός τους για εφαρμογή του νόμου, να προχωρήσουν σε ποινική έρευνα, μετά από επίσημη καταγγελία και ανάλογα με τα στοιχεία και τις περιστάσεις. Αυτή η πρόβλεψη αντανακλά θεμελιώδεις αρχές που δεν επιδέχονται παρέκκλιση.
«Είναι αδιανόητο», καταλήγει η κ. Μιχάηλ, «ο δράστης εγκληματικών ενεργειών να παρουσιαστεί ως θύμα των δικών του παράνομων πράξεων, ενώ ταυτόχρονα ζητά τη διαιώνιση αυτής της παρανομίας για να συνεχίσει να αποκομίζει παράνομα οφέλη». Η Κύπρος καλεί την Τουρκία να σεβαστεί τις υποχρεώσεις της βάσει του Χάρτη του ΟΗΕ, θυμίζοντας ότι ως δύναμη κατοχής δεσμεύεται από το διεθνές δίκαιο και το ανθρωπιστικό δίκαιο.
Καταλήγοντας, η επιστολή επισημαίνει ότι ο τερματισμός της παράνομης χρήσης και πώλησης ιδιωτικής περιουσίας στις κατεχόμενες περιοχές είναι βασικό στοιχείο για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης που απαιτείται για μία επιτυχημένη διαδικασία δίκαιης επίλυσης του Κυπριακού, σύμφωνα με τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Η Κύπρος καλεί επίσης τα Ηνωμένα Έθνη να απορρίψουν κάθε προσπάθεια παραμερισμού της νομιμότητας για τη συνέχιση της εγκληματικότητας.