Πόσο κοστίζει σε έναν υποψήφιο η διεκδίκηση βουλευτικής έδρας; Παράγοντες της πολιτικής αγοράς απαντούν.
Το Σάββατο (28/1) η Ζέφη Δημαδάμα ανακοίνωσε στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook ότι δεν θα πολιτευθεί στις ερχόμενες εκλογές. Αυτή η ανακοίνωση από τη διδάσκουσα του Παντείου Πανεπιστημίου, πρόεδρο της Ενωσης Γυναικών Ελλάδας – Αθήνας, στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και στενή συνεργάτιδα της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά μπορεί να μην είχε κάνει τόση αίσθηση αν δεν περιελάμβανε την εξής φράση: «Η πολιτική σήμερα έχει τοξικότητα […] ενώ θέλει ανεξάντλητους οικονομικούς πόρους (δεν έχω, ούτε θέλω να έχω χορηγούς)».
«Οταν έγραψα το κείμενο στο Facebook», λέει η κ. Δημαδάμα, «ήθελα να εκφράσω πραγματικά το τι συμβαίνει, γιατί λένε “έχει τσακωθεί με τον πρόεδρο, κάτι δεν πάει καλά”. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έπρεπε να πούμε αυτό που λέμε όλοι μεταξύ μας, αλλά κανείς στο διά ταύτα: ποιο είναι το κόστος». Πράγματι, εν έτει 2023, ποιο είναι το κόστος μιας προεκλογικής καμπάνιας; Πόσο κοστίζει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι;
Οι ειδικοί, πολιτικοί επικοινωνιολόγοι και άνθρωποι με μεγάλη εμπειρία στη χάραξη πολιτικής στρατηγικής, εξηγούν στην πως το κόστος μιας προεκλογικής εκστρατείας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Πρώτον, από την περιφέρεια στην οποία επιδιώκει κάποιος να εκλεγεί. Δεύτερον, από την αναγνωρισιμότητα του υποψηφίου – οι νεότεροι υποψήφιοι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους παλαιότερους, οι οποίοι χαίρουν μεγαλύτερης αναγνωρισιμότητας μεταξύ των ψηφοφόρων, ή με υποψηφίους που είναι καλλιτέχνες ή αθλητές και ήδη γνωστοί στον κόσμο. Τρίτον, από τις φιλοδοξίες του κάθε υποψηφίου – άλλα έξοδα έχει η προσπάθεια για μια θέση στον ήλιο της Βουλής κι άλλα η στόχευση για θέση υπουργού ή πρώτη θέση στην ψηφοφορία σε μια πολυεδρική περιφέρεια. Και φυσικά, τέταρτον, από το πόσα χρήματα μπορεί κάποιος να διαθέσει.
Το θέμα, λέει στην ο επικοινωνιολόγος Γιώργος Φλέσσας, είναι ένα. «Ψηφίζω κάποιον άμα τον ξέρω, αν δεν τον ξέρω δεν τον ψηφίζω – το πρώτο πράγμα που πρέπει να επιδιώξει κάποιος είναι να γίνει γνωστός», δηλώνει. Για νέους πολιτευόμενους στην Α΄ Περιφέρεια Θεσσαλονίκης, π.χ., ο προεκλογικός αγώνας τους, ούτως ώστε να είναι πλήρης, θα απαιτούσε περίπου 80.000-100.000 ευρώ. «Πιστεύω ότι για νέους υποψηφίους ο χρόνος προετοιμασίας είναι ένας χρόνος πριν – σε τρεις μήνες δεν προλαβαίνεις τίποτα. Η επικοινωνία χρειάζεται χρόνο για να “γράψει”», δηλώνει. Για την επανεκλογή ενός εν ενεργεία βουλευτή σε μια μεγάλη περιφέρεια, π.χ. την Α΄ Αττικής, το κόστος μιας προεκλογικής καμπάνιας, τονίζει ο ίδιος, ξεπερνάει τις 100.000 ευρώ. Αντίστοιχα, στην επαρχία ένας βουλευτής θα μπορούσε να έχει μια καλή καμπάνια επανεκλογής και με το ένα τρίτο των χρημάτων. «Υπάρχει», λέει, «σοβαρή διαφορά κόστους ανάλογα με το εάν κάποιος είναι υποψήφιος στην περιφέρεια ή στο κέντρο».
«Στη μονοεδρική περιφέρεια Θεσπρωτίας, για παράδειγμα, είναι πολύ μικρότερο το κοινό που απευθύνεσαι», δηλώνει» ο πολιτικός σύμβουλος Οδυσσέας Κορακίδης, εξηγώντας ότι σε μια μεγάλη περιφέρεια όλα είναι πιο ακριβά. Αρχικά ανεβαίνουν τα βασικά έξοδα – στην Α΄ Αθηνών, π.χ., το ενοίκιο για ένα πολιτικό γραφείο θα είναι γύρω στα 1.000 ευρώ τον μήνα. «Αν έχεις στελεχώσει το γραφείο σου έστω και με δύο άτομα, που για ένα πεντάωρο ή εξάωρο την ημέρα τους δίνεις 500-600 ευρώ τον μήνα, συν τις ασφαλιστικές εισφορές τους κ.λπ., κατευθείαν πηγαίνεις στα 1.300-1.400 ευρώ τον μήνα μόνο για τους δύο, συν 500-600 ευρώ τον μήνα σε κοινόχρηστα, ρεύμα, νερό, Ιντερνετ, τηλέφωνα». Ταυτόχρονα, στις μεγάλες περιφέρειες οι αποστάσεις είναι μεγαλύτερες, ανεβάζοντας το κόστος της βενζίνης – «άλλη έκταση έχει η Θεσπρωτία, άλλη η Αιτωλοακαρνανία», αναφέρει. Η μεγαλύτερη διαφοροποίηση όμως έγκειται στη διαφήμιση.
Σε μια μεγάλη περιφέρεια, μια προεκλογική καμπάνια απαιτεί εντονότερη παρουσία και διαφήμιση στα ψηφιακά μέσα, όπως Facebook, Instagram, YouTube και τελευταίως TikTok, και σε μηχανές αναζήτησης όπως η Google. Οι χρεώσεις διαφέρουν ανάλογα με το μέσο και το βεληνεκές της καμπάνιας. Ετσι, το Facebook χρεώνει έναν υποψήφιο ανάλογα με τις θεάσεις που έχει ένα προωθούμενο post, ενώ η Google χρεώνει τα «κλικ», λέει ο κ. Κορακίδης. «Αν πας στο τελευταίο δίμηνο, οι μηχανές αναζήτησης λειτουργούν σαν χρηματιστήριο – μπορεί το “κλικ” στο Google να έχει 10 λεπτά ένα χρόνο πριν και την ημέρα των εκλογών να πάει 1 ευρώ, δηλαδή για τον καθέναν που θα μπαίνει στη διαφήμισή σου να πληρώνεις 1 ευρώ», τονίζει, συμπληρώνοντας όμως ότι αυτού του είδους η διαφήμιση έχει νόημα γιατί πηγαίνεις σε πιο στοχευμένο κοινό, πληρώνοντας ουσιαστικά αυτούς που έρχονται να σε «δουν».
Ο ίδιος πιστεύει πως για μια μέση περιφέρεια, π.χ. της Λάρισας, είναι αυτονόητο πως ένας υποψήφιος θα διαθέσει τουλάχιστον 5.000-10.000 ευρώ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου για την digital διαφήμιση. Στην Α΄ Αθηνών ή την Α΄ Θεσσαλονίκης τα ποσά αλλάζουν. «Ενας υπουργός θα είναι περίεργο αν δεν δώσει 15.000-20.000 στο digital, ή ένας βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι αξιωματική αντιπολίτευση, η εκτίμηση μου είναι πως θα δώσει τουλάχιστον 10.000 ευρώ σε ό,τι σχετίζεται με το digital, που μπορεί να είναι από παραδοσιακή διαφήμιση με ένα μπανεράκι σε ένα site μέχρι Google», τονίζει.
Οσον αφορά την προβολή στα παραδοσιακά μέσα μαζικής ενημέρωσης –τοπικές εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση– οι χρεώσεις είναι, όπως λέει ο κ. Κορακίδης, «ό,τι σου ζητήσουν». «Αλλη τιμή χρεώνει μια εφημερίδα στη Θεσσαλία, άλλη μια μικρή εφημερίδα στη Χίο».
Σύμβουλος επικοινωνίας με μεγάλη εμπειρία σε εθνικές και αυτοδιοικητικές εκλογές διαπιστώνει ότι «αν αποφασίσει κάποιος να πάρει τέτοιους δρόμους, που δεν το κάνουν όλοι, τα βαριά έξοδα είναι αυτά που δεν φαίνονται» – πληρωμένες εμφανίσεις, π.χ., σε τοπικό κανάλι. Ενας άλλος επαγγελματίας του ίδιου χώρου δηλώνει πως τα περισσότερα μέσα της επαρχίας, είτε είναι τηλεόραση είτε ραδιόφωνα ή sites, «πληρώνονται για να σε βάλουν». «Δεν είναι όπως στην Αθήνα, μπορεί ένας καναλάρχης να συμπαθεί εσένα και όχι εμένα, αλλά θα σε παίξει επειδή είσαι καινούργιος ή παλιός υπουργός – αυτό δεν ισχύει στην επαρχία, αν δεν τα ακουμπήσεις, δεν σε παίζει κανένας», αναφέρει, συμπληρώνοντας πως αν μια περιοχή της επαρχίας έχει τρία – τέσσερα sites, ένα τηλεοπτικό κανάλι και ραδιόφωνα, το ποσό που, κατά βάση άτυπα, θα δώσει κάποιος υποψήφιος για να διαφημιστεί μπορεί να φτάσει και τις 30.000. «Το τι θα ξοδέψεις», συμπληρώνει η ίδια πηγή, «εξαρτάται και από τον ανταγωνισμό».
Η κ. Δημαδάμα λέει στην «Κ» πως για φυλλάδια και κάρτες θυμάται να είχε δώσει 10.000 ευρώ – ο κ. Κορακίδης τονίζει πως το κόστος διανομής των φυλλαδίων είναι υψηλό, καθώς χρειάζεσαι τουλάχιστον τρία άτομα που θα διανέμουν φυλλάδια σε όλη την περιφέρεια για τουλάχιστον ένα μήνα, λέγοντας πως η πιο οικονομική επιλογή μοιράσματός τους μπορεί να αγγίξει τις 5.000 ευρώ. Μετά είναι τα περίπτερα – «αν κάνουμε ένα περίπτερο στο Κολωνάκι πρέπει να κάνουμε και σε άλλες γειτονιές, 10 περίπτερα από τουλάχιστον 1.000 ευρώ το ένα είναι 10.000 ευρώ», λέει ο κ. Φλέσσας.
Φυσικά μια καμπάνια μπορεί να γίνει πιο οικονομικά. Με μόνο μία διαφήμιση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Με μικρή διαφήμιση στα social media. Χωρίς εταιρεία επικοινωνίας. Χωρίς μια μεγάλη πολιτική συγκέντρωση. Με καφέδες αντί για τραπέζια. Με γραφείο σε χώρο που έχεις ήδη ή σε χώρο φίλου. Με εθελοντές – για τους οποίους όμως και πάλι πληρώνεις έξοδα, όπως το φαγητό ή τους καφέδες τους. Αλλά, εν γένει, και παρά τον νόμο που ορίζει το ανώτατο όριο των δαπανών για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή του πολιτικού αγώνα ενός υποψηφίου ανάλογα με την εκάστοτε εκλογική περιφέρεια, η πολιτική είναι μια δραστηριότητα ακριβή.
«Εκ του νόμου υπάρχει πλαφόν στις εκλογικές δαπάνες, οι οποίες πρέπει και να δηλώνονται – φυσικά όσα δηλώνονται είναι ψέματα, διότι οι δαπάνες συχνά ξεπερνούν κατά πολύ το πλαφόν», αναφέρει ο κ. Φλέσσας. «Για μένα», συμπληρώνει, «το να είσαι υποψήφιος πολιτικός είναι σπορ για πλούσιους». Ο σύμβουλος επικοινωνίας που μίλησε στην υπό τον όρο της ανωνυμίας δηλώνει ότι, λόγω του κόστους της προεκλογικής εκστρατείας, οι υποψήφιοι ή είναι πλούσιοι ή έχουν αφανείς χορηγούς. «Δεν ξέρω έναν πολιτικό που να μην έχει χρηματοδότηση, “παίζουν” οι χορηγοί κρυφά», αναφέρει ένας άλλος.
Παρ’ όλα αυτά, κάποιες χορηγίες είναι νόμιμες. Σύμφωνα με τον νόμο, η ιδιωτική χρηματοδότηση υποψηφίου (ή/και αιρετού αντιπροσώπου της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) από το ίδιο πρόσωπο, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 5.000 ευρώ.
Σταυρωμένα ψηφοδέλτια
«Ενας υποψήφιος χρειάζεται να “τρέξει” τουλάχιστον μία δημοσκόπηση» –οι πηγές που μίλησαν τοποθετούν το κόστος των δημοσκοπήσεων από 4.000 μέχρι 8.000 ευρώ–, «να προσλάβει μια εταιρεία επικοινωνίας, να κάνει τραπέζια σε πολίτες και να οργανώσει events», λέει ο Παναγιώτης Παπαχατζής, Chief Strategy Officer της εταιρείας επικοινωνίας 4Hats και διδάσκων στρατηγικής επικοινωνίας σε μεταπτυχιακά τμήματα του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, τονίζοντας πως αν αθροίσει κάποιος τα παραπάνω με τα λειτουργικά έξοδα και τη διαφήμιση, το κόστος ξεκινάει από 30.000-40.000 ευρώ.
«Προφανώς σε εκλογικές περιφέρειες Αττικής – Θεσσαλονίκης τα ποσά είναι εξαψήφια», αναφέρει ο ίδιος, τονίζοντας πως ένας υποψήφιος μπορεί να έχει παραπάνω από ένα πολιτικό γραφείο, πρέπει να γίνει γνωστός σε πολύ μεγαλύτερη μερίδα ψηφοφόρων, θα πρέπει να εκτυπώσει πολύ περισσότερα φυλλάδια, οι αίθουσες για τις ομιλίες του υποψηφίου μιας μεγάλης περιφέρειας θα είναι μεγαλύτερες κ.ά.
Οπως τονίζει ο κ. Φλέσσας, ο νούμερο 1 παράγοντας σε μια προεκλογική καμπάνια είναι η προσωπική επαφή. Η κ. Δημαδάμα περιγράφει στην πως στις προηγούμενες εκλογές υπολογίζει ότι διέθεσε περίπου 2.000 ευρώ σε βενζίνες γυρνώντας την εκλογική περιφέρεια Α΄ Αθηνών, πηγαίνοντας από τη μία εκδήλωση στην άλλη – «να χαιρετήσω, να πω μια κουβέντα, να πάω στην επόμενη». «Να το πλεονέκτημα κάποιου που είναι ήδη υπουργός ή βουλευτής, και κινείται ήδη με το βουλευτικό αμάξι, έχει οδηγούς και τους εναλλάσσει, έχει τα δωρεάν τηλέφωνα», αναφέρει.
Αλλα έξοδα κοινωνικών υποχρεώσεων αφορούν καφέδες – «έχεις έναν υποψήφιο της περιφέρειας και θέλει να γυρίσει τρία χωριά, δέκα καφενεία, θα αφήσεις τον ψηφοφόρο να πληρώσει τον καφέ του; Και δεν θα πας μία φορά σε ένα χωριό, θα πας πολλές φορές», λέει ο κ. Παπαχατζής, τονίζοντας πως και στην Αθήνα θα γυρίσεις πολλές φορές τους δήμους – μέχρι τις προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Και έπειτα είναι τα σταυρωμένα ψηφοδέλτια. «Πολλοί, κυρίως ηλικιωμένοι, τα ζητούν», λέει ο κ. Φλέσσας, συμπληρώνοντας πως χρειάζεσαι και ένα συνεργείο που θα βάζει σταυρούς στα ψηφοδέλτια. «Λένε “φέρ’ το μου, μην κάνω λάθος”», αναφέρει ο κ. Παπαχατζής.
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr