Την ενεργοποίηση του προγράμματος δανεισμού από τις ΗΠΑ για να καλυφθούν εξοπλιστικές ανάγκες συζητεί η Αθήνα.
Τη δυνατότητα ευρύτατης χρήσης ενός παλιού εργαλείου χρηματοδότησης για την αγορά αμερικανικών οπλικών συστημάτων, το οποίο ωστόσο δεν είχε αξιοποιηθεί επαρκώς από την Αθήνα στο παρελθόν, φέρνουν ξανά πρόσφατα στην επιφάνεια συνομιλίες που γίνονται ολοένα και πιο εντατικά ανάμεσα στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας και στο αμερικανικό Πεντάγωνο.
Αν και οι επαφές αυτές είναι κατά κύριο λόγο στρατιωτικές, γίνεται σταδιακά αντιληπτό και ευρύτερα ότι μέσα από το λεγόμενο FMF (Foreign Military Funding) μπορεί να γίνουν προμήθειες σε υλικό που χρειάζονται οι Ενοπλες Δυνάμεις και είναι δυνατόν να αποπληρωθεί σε βάθος χρόνου. Η επιστροφή στα προγράμματα FMF έπειτα από σχεδόν τριάντα χρόνια γίνεται με διακριτικό τρόπο, που θα επιτρέπει στις δύο πλευρές να συνεργαστούν, δίχως να προκληθεί διπλωματικός αντίκτυπος.
Oι συζητήσεις για FMF αφορούν χρηματοδότηση (με ένα μεικτό σύστημα δανείων και επιχορηγήσεων) για ποσά τα οποία σε βάθος χρόνου μπορεί να φθάσουν ακόμα και τα 8 δισ. δολάρια, με πολύ εντατικές συζητήσεις για τα 2,3 εξ αυτών να έχουν ήδη ξεκινήσει.
Στην περίπτωση των δανείων, αυτά θα είναι χαμηλότοκα και θα μπορεί να φθάσουν σε χρονικό όριο αποπληρωμής ακόμα και τα 13 χρόνια. Στην περίπτωση των επιχορηγήσεων, δηλαδή τη δίχως αντίτιμο παραχώρηση βοηθητικών ή άλλων συστημάτων, αυτό θα γίνει με τρόπο που δεν θα παραβιάζει το καθεστώς που έχει η Ελλάδα στην κατάταξη των χωρών με τις οποίες συνεργάζεται το Πεντάγωνο.
Τι σημαίνει αυτό; Από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992 και τη μετατροπή της ΕΟΚ σε Ε.Ε., ο φάκελος «Ελλάδα» αυτομάτως μετακινήθηκε στα αμερικανικά κιτάπια ανάμεσα σε εκείνους των υπολοίπων ανεπτυγμένων χωρών και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να συνεχιστούν επιχορηγήσεις ή και δωρεές συστημάτων κατά τρόπο που –για παράδειγμα– γίνεται ακόμη και σήμερα για κράτη όπως η Αίγυπτος.
Η διπλωματική πτυχή αυτής της συζήτησης αφορά τον τρόπο υλοποίησης, καθώς δεν πρέπει να δημιουργηθεί προηγούμενο για άλλες χώρες που ανήκουν στη λέσχη των ανεπτυγμένων κρατών της Ε.Ε., αλλά και να μην τεθεί ζήτημα άνισης μεταχείρισης από άλλες συμμαχικές χώρες, όπως για παράδειγμα η Τουρκία. Δεδομένου ότι στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή γίνονται όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί για το πώς θα ξημερώσει η μετεκλογική 15η Μαΐου στη Τουρκία, είναι απολύτως σαφές ότι κάθε μικρή λεπτομέρεια μπαίνει στην εξίσωση.
Από τον Ιούλιο
Οι επαφές αυτές έχουν ουσιαστικά ξεκινήσει σε ανύποπτο χρόνο, όταν τον Ιούλιο του 2022 ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος επισκέφθηκε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και συναντήθηκε με την αναπληρώτρια υπουργό Εξωτερικών για πολιτικές και στρατιωτικές υποθέσεις Τζέσικα Λιούις, έπειτα από την ενεργό μεσολάβηση, τότε, της πρέσβεως της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου. Ο κ. Φλώρος έχει διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο, ενώ τις τελευταίες εβδομάδες οι συζητήσεις αυτές συνεχίζονται με σκοπό να υπάρξουν αποτελέσματα το επόμενο χρονικό διάστημα.
Το ερώτημα είναι τι μπορεί να καλυφθεί με αυτόν τον τρόπο. Είναι απολύτως σαφές ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο προγράμματα της Lockheed Martin που μπορεί να ενταχθούν στα FMF. Το ένα αφορά τα μαχητικά πέμπτης γενιάς τύπου F-35 (των οποίων η επιστολή αποδοχής αναμένεται να παραληφθεί μέχρι τις αρχές του επόμενου μήνα, ενώ η Αθήνα ακόμα δεν έχει αποφασίσει αν επιθυμεί να υπάρχει συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας). Οπως η «Κ» έχει ήδη σημειώσει σε εκτενή ρεπορτάζ, πριν από την επικείμενη έναρξη των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Αθήνα και τους Αμερικανούς, εκκρεμεί να αποφασιστεί αν θα ενεργοποιηθούν οι ρήτρες για πρόσθετους πόρους (εν είδει παροχών από τον κατασκευαστή προς την εθνική αμυντική βιομηχανία) που θα χρησιμοποιηθούν για υποδομές, κυρίως εις ό,τι αφορά διαβαθμισμένα δίκτυα και κυβερνοάμυνα.
Το δεύτερο αφορά τα ελικόπτερα τύπου Black Hawk, τα οποία στο ΓΕΕΘΑ θεωρούνται μια αξιόπιστη λύση που μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες όλων των κλάδων, οι οποίοι εξυπηρετούνται από πολύ παλαιάς τεχνολογίας ελικόπτερα. Αυτή τη στιγμή, πάντως, υπάρχουν ακόμη ορισμένες ενστάσεις επί τούτου από πλευράς ΓΕΑ, κάτι που μένει να διευκρινιστεί σύντομα.
Τα UAV
Στα προγράμματα που πιθανώς προχωρήσουν μέσω FMF ίσως βρεθούν τα αμερικανικά UAV τύπου MQ-9, όπως αυτά που βρίσκονται σταθμευμένα στη Λάρισα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτή τη περίπτωση τα MQ-9 θα ενταχθούν στις Ενοπλες Δυνάμεις όχι ως επιθετικά όπλα, αλλά ως μη επανδρωμένα αεροχήματα που επιτελούν επιχειρήσεις επιτήρησης, παρόμοιες με αυτήν που ήδη διεξάγουν από τη Σκύρο τα ισραηλινής τεχνολογίας τύπου HERON της ΙΑΙ. Τα προγράμματα FMF δίνουν στον χρήστη και τη δυνατότητα προμήθειας συστημάτων που παράγονται από τρίτες χώρες, υπό την προϋπόθεση ότι οι ΗΠΑ εμπλέκονται είτε ως συμπαραγωγοί είτε ως χρηματοδότες. Σε αυτή τη περίπτωση, στην Αθήνα επιθυμούν ενεργοποίηση των FMF προς την κατεύθυνση της προμήθειας αντιαεροπορικών συστημάτων υψηλής ακριβείας και αποτελεσματικότητας, όπως είναι τα ισραηλινά Iron Dome, στα οποία έχουν επενδυθεί χρήματα από το αμερικανικό κράτος με αποφάσεις του Κογκρέσου ήδη από το 2010, ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχουν και συνέργειες ανάμεσα στους ισραηλινούς κατασκευαστές και σε αμερικανικές εταιρείες.
Τα FMF δεν θα πρέπει να συγχέονται με το πλεονάζον υλικό που οι Ενοπλες Δυνάμεις ήδη παραλαμβάνουν από τις ΗΠΑ μέσω της σχετικής διαδικασίας (EDA – Excess Defense Articles) και αφορά κυρίως παλαιά αμερικανικά συστήματα προς απόσυρση που απλά δωρίζονται έναντι μηδενικού ή ελάχιστου κόστους προς συμμαχικές χώρες, με τελευταίο παράδειγμα την πιθανότητα διαθεσιμότητας των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης (ΤΟΜΑ) M2A2 Bradley.
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr